Από την Ανθή Ψωμιάδου, Σύμβουλο ψυχικής υγείας, Behavioral Counselor, Life Coach
Το διαδίκτυο βρίθει πληροφοριών και άρθρων για τους λόγους που κάνουν συνήθως τους ανθρώπους αναβλητικούς.
Πέρα από τη γενική αναφορά και παρουσίαση των παραγόντων που οδηγούν σε αναβλητικότητα, είναι χρήσιμο να δούμε πώς μπορεί καθένας μας να αντιμετωπίσει το θέμα αυτό πιο εξατομικευμένα. Όπως και για οτιδήποτε άλλο αφορά σε μετασχηματισμό της συμπεριφοράς μας, έτσι και σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα, δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές ή λύσεις που αυτούσιες όπως προτείνονται να αποδίδουν για όλους ή για πάντα.
Καθένας από εμάς είναι μοναδικός, έχει διαφορετικά βιώματα, έχει δημιουργήσει άλλες πεποιθήσεις, αντιλαμβάνεται με τον δικό του τρόπο τα εξωτερικά ερεθίσματα. Ακόμα και παραπλήσιες εμπειρίες να έχουμε με κάποιον, ο τρόπος που τις «φιλτράρουμε» είναι διαφορετικός. Επομένως, όταν εντοπίζουμε μια συμπεριφορά μας που θέλουμε να αλλάξουμε, τότε χρειάζεται να δημιουργηθεί ένας αποκλειστικά δικός μας μηχανισμός διαχείρισης της κατάστασης. Αυτό θέλει δουλειά, φυσικά. Η πιο κατάλληλη λύση για εμάς, έρχεται πάντα από «εντός», ακόμα και όταν χρησιμοποιούμε και συνδυάζουμε πληροφορίες που επιλέγουμε από εξωτερικές πηγές.
Πριν να βρούμε, λοιπόν, σε ποια κατηγορία ανήκει η δική μας αναβλητικότητα, χρειάζεται ένας εξατομικευμένος τρόπος «διερεύνησής» της. Ένα σημαντικό στοιχείο στην αναζήτηση αυτή, είναι η εύρεση πιθανών επαναλαμβανόμενων μοτίβων. Αυτά μας λένε πολλά για τον εαυτό που έχουμε ως τώρα διαμορφώσει. Μια καλή αρχή ερωτήσεων προς τον εαυτό μας για το εν λόγω θέμα, είναι η εξής:
“Λίγο πριν αποφασίσω να αναβάλλω, τι σκέφτομαι συνήθως; Πώς νιώθω; Είναι συχνά ίδιοι ή παραπλήσιοι οι λόγοι για τους οποίους αναβάλλω;”
Οι απαντήσεις σε αυτά, ξεκαθαρίζουν σε αρχικό στάδιο το πεδίο και μου δείχνουν προς ποια κατεύθυνση να κινηθώ για την αντιμετώπιση της αναβλητικότητάς μου. Τι σημαίνει αυτό;
• Αν συνήθως αναβάλλω γιατί βαριέμαι, τότε πιθανότατα έχω χάσει το κίνητρό μου. Πάνω σε αυτό, λοιπόν, χρειάζεται να δουλέψω.
• Αν αναβάλλω γιατί φοβάμαι ότι θα αποτύχω, χρειάζεται να δω τι είναι αυτό που κρατά χαμηλά τα επίπεδα αυτοπεποίθησης ή/και αυτοεκτίμησής μου.
• Αν λίγο πριν αναβάλλω, σκέφτομαι ότι δεν έχει νόημα να προχωρήσω εφόσον αυτό που επρόκειτο να κάνω δεν το ξέρω/κάνω ακόμα τέλεια, τότε το «πάτημα» που βρίσκει η αναβλητικότητα, είναι η τελειομανία.
• Αν συνήθως αναβάλλω μετά από απότομη επιδείνωση της ψυχολογίας μου, τότε οι μεταπτώσεις διάθεσης είναι αυτό που πρέπει να «σκαλίσω» και να αντιμετωπίσω.
Αν συμπεράνω ότι τίποτα από τα προαναφερθέντα δεν ισχύει, και αν ταυτόχρονα καταλάβω ότι αυτά που αναβάλλω τα ξεκινώ συνήθως λίγο πριν εκπνεύσει η διορία τους και μετά τα κάνω με κάποια …ευχαρίστηση, τότε ανήκω σε εκείνους που αναβάλλουν από συνήθεια και είμαι «εθισμένος/-η» στην έκρηξη αδρεναλίνης που προκαλεί η χρονική πίεση.
Το επαναλαμβανόμενο μοτίβο, λοιπόν, που εντοπίζω παρακολουθώντας τι σκέφτομαι συνήθως λίγο πριν την απόφαση να αναβάλλω , με οδηγεί να δω σε ποια ή ποιες (ενδέχεται να είναι περισσότερες από μία φυσικά) «κατηγορία/-ες αναβλητικών» ανήκω.
Συγκεκριμένα:
Αν αναβάλλω επειδή βαριέμαι, τότε χρειάζεται να απαντήσω σε ερωτήματα όπως αυτά:
• Γιατί δεν έχω κίνητρο;
• Ποιο ήταν το κίνητρό μου όταν δεν ανέβαλα; Σε ποια χρονική στιγμή το έχασα; Τι (μου) συνέβη τότε;
• Αν θυμηθώ μια επιτυχία που είχα στο παρελθόν, κάτι που ήθελε προσπάθεια για καιρό και τελικά το κατάφερα, με ποιον τρόπο έβρισκα ξανά κίνητρο όταν το έχανα στη διαδρομή; Πώς μπορώ να εφαρμόσω το ίδιο σύστημα ανάκτησης κινήτρου στην τωρινή μου προσπάθεια;
• Πώς μπορώ μετά να συνδέσω το κίνητρό μου (αυτό που με ενεργοποιεί και με ευχαριστεί) με αυτό που έχω να διεκπεραιώσω;
Αν αναβάλλω επειδή φοβάμαι την αποτυχία, τότε:
• Γιατί με αγχώνει τόσο η πιθανή αποτυχία;
• Τι σημαίνει αποτυχία για μένα;
• Είναι πράγματι μια αποτυχία το τέλος της πορείας μου;
• Πώς αλλιώς μπορώ να δω την αποτυχία, ώστε να την απομυθοποιήσω και να μη με φοβίζει; (Ίσως, ως το καλύτερο «σχολείο» για να μάθω κάτι για μένα. Αν δω έτσι κάθε αποτυχία του παρελθόντος και καταλάβω τι αποκόμισα, τότε παύει να είναι αποτυχία, επειδή έδωσε μάθημα για όλη τη ζωή!)
• Πώς μπορώ να κάνω αστεία τη λέξη αποτυχία ώστε να μη με φοβίσει την επόμενη φορά που θα είμαι στα πρόθυρα του να αναβάλλω; Πώς μπορώ να παίξω μαζί της στο μυαλό μου; (Ίσως να τη φανταστώ γραμμένη μπροστά μου και έπειτα να της βάλω πρόσωπο και να τη “δω” να κάνει αστεία γκριμάτσα; Ή να “δω” τα γράμματα της λέξης να μου μιλούν λέγοντας «είμαι απλώς μία λέξη! Θα αφήσεις οχτώ γράμματα να σε κρατήσουν κολλημένο/-η στην αδράνεια»; )
Αν αναβάλλω λόγω τελειομανίας, τότε:
• Γιατί έχω τόσο υψηλές προσδοκίες από τον εαυτό μου; Πώς τις δημιούργησα;
• Τι σημαίνει τελειότητα για μένα; Πού με οδηγεί η τελειομανία;
• Αν αυτό δεν το κάνω τέλεια, τι θα γίνει; Αυτό που θα προκύψει είναι πράγματι κάτι που δεν μπορώ να διαχειριστώ; Αν αποτύχω σε αυτό, τι μπορώ να κάνω ως την επόμενη φορά ώστε να βελτιώσω την απόδοσή μου;
• Αν συνεχίσω να «ακινητοποιούμαι» εξ΄ αιτίας της τελειομανίας, πού οδηγούμαι; Τι έχει γίνει ως τώρα όσο καιρό λειτουργώ με αυτό τον τρόπο; Μου αρέσει να ζω έτσι;
Αν αναβάλλω συνήθως λόγω μεταπτώσεων της διάθεσής μου, τότε:
• Τι σκέφτομαι συνήθως λίγο πριν χαλάσει η διάθεσή μου… «χωρίς λόγο»;
• Ποια είναι συνήθως αυτά που προηγούνται μιας πτώσης της ψυχολογίας μου;
• Γιατί με ενδιαφέρουν τόσο αυτά; Γιατί με απασχολούν αυτά τα θέματα;
• Αν είναι σκέψεις σχετικά με το παρελθόν: Μπορώ στ’ αλήθεια να αλλάξω το παρελθόν; Όχι. Τι μπορώ να κάνω μόνο; Μήπως να δημιουργήσω ένα πιο ωραίο παρόν;
• Αν είναι σκέψεις για το μέλλον: Μπορώ στ’ αλήθεια να ελέγξω το «μετά»; Τι μου έχει προσφέρει ως τώρα η ανησυχία για το μέλλον ή η διαρκής μετατόπιση της χαράς στο μέλλον; Μου προσφέρει στ’ αλήθεια κάτι; Πώς μπορώ να αυξήσω τις πιθανότητες για ένα ωραίο μέλλον; Πώς μπορώ να αξιοποιήσω και να βιώσω καλύτερα το παρόν (αφού είναι και το μόνο που στ΄αλήθεια έχω);
Τέλος, αν διαπίστωσα ότι αναβάλλω από …συνήθεια, τότε:
• Πώς μπορώ να «σπάσω» αυτή τη συνήθεια;
• Γιατί μου αρέσει τόσο να μοιρολατρώ για κάποιο χρονικό διάστημα σε αδράνεια και μετά να κινητοποιούμαι όταν τα πράγματα στενεύουν και να τρέχω για αυτό που ήθελα να κάνω από καιρό;
• Έχει πιο πολύ «κέρδος» ή «κόστος» για μένα αυτή μου η νοοτροπία;
• Με ποια άλλη ωραία δραστηριότητα μπορώ να νιώθω την αύξηση της αδρεναλίνης ώστε να μην την ψάχνω – ασυνείδητα – στην καθυστερημένη ανάληψη δράσης για σημαντικές δράσεις/δουλειές του παρόντος;
Αυτά αποτελούν έναν βασικό κορμό ερωτήσεων που μπορείτε να απευθύνετε στον εαυτό σας. Είναι ένας τρόπος να παρακολουθήσετε καλύτερα αυτό που σας συμβαίνει, να καταλάβετε τι κρύβει από κάτω, από τι κινείται, από πού ξεκινά. Από τις απαντήσεις που θα προκύψουν, μπορείτε να δημιουργήσετε έναν μηχανισμό διαχείρισης της κατάστασης που θα είναι απόλυτα ταιριαστός με εσάς και κατάλληλος για τη δική σας περίπτωση, αφού καθένας σας θα απαντήσει στις ερωτήσεις με τον δικό του τρόπο. (Αν απαντήσετε αυτές τις ερωτήσεις γραπτώς, η διαδικασία θα αποδειχτεί πιο ισχυρή απ’ ό,τι αν σκεφτείτε απλώς τις απαντήσεις.)
Αν όλο αυτό σας φαίνεται πολλή δουλειά, διερωτηθείτε πόσο σας έχει κοστίσει σε χρόνο και ενέργεια η μη αντιμετώπιση της αναβλητικότητάς σας. Είστε εντάξει με το να έχετε αυτό το «κόστος» να σας συνοδεύει συνέχεια; Αν ναι, συνεχίστε να αναβάλλετε. Αν όχι, κάντε κάτι γι’ αυτό.
Η ενασχόληση με το να αντιληφθούμε αυτά που ασυνείδητα πράττουμε, εξοικονομεί χρόνο και ενέργεια, αυξάνοντας την αποτελεσματικότητά μας σε ό,τι κάνουμε. Γιατί έτσι, παύουμε να είμαστε έρμαια των αυτόματων αντιδράσεών μας.
Η αυτοπαρατήρηση αποτελεί μία σπουδαία πηγή πληροφοριών για τον εαυτό μας, με την προϋπόθεση ότι έχουμε το θάρρος να αντικρίσουμε κατάματα τα συμπεράσματα, προϋπόθεση που – σε συνδυασμό με την ανάληψη ευθύνης – θα μας οδηγήσει στο να δημιουργήσουμε το δικό μας σύστημα διαχείρισης για αυτά που διαπιστώνουμε.
Ο εαυτός μας, είναι μεν ο πιο ισχυρός μας αντίπαλος, αποτελεί όμως ταυτόχρονα το μόνο πλάσμα που μπορεί στ’ αλήθεια να αλλάξει ό,τι δε μας αρέσει στη συμπεριφορά μας.
Είναι πράγματι όλα στο χέρι μας.
***
Φωτογραφία: Magnet.me / Unsplash